ψαμμίαση, (-ις) , η
gravel
Ερμηνεία:
Πολύ μικρά συγκρίματα από αδιάλυτα άλατα συνήθως ουρικού οξέος, οξαλικού ασβεστίου ή φωσφορικών αλάτων, που μοιάζουν με της κόκκους της άμμου.
Σχηματίζονται της νεφρούς και διέρχονται από τον ουρητήρα, την ουροδόχο κύστη και την ουρήθρα, π.χ. η κεφτριαξόνη θα μπορούσε να προκαλέσει νευρική ψαμμίαση, [Ceftriaxon might cause renal gravel-formation. Feher G, et al., Orv Hetil. 1999 Apr 4;140(14):769-71)]
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Νεφρολογία:
|